Όταν σωπαίνουνε οι φόβοι, γίνεσαι σχέδιο επί χάρτου πριν τη σύγκρουση…

Όταν σωπαίνουνε οι φόβοι, λυτρώνεσαι,
όταν σωπαίνουνε οι φόβοι ζεις, ορθώνεσαι.
Όταν σωπαίνουνε οι φόβοι, συλλογίζεσαι,
όταν σωπαίνουνε οι φόβοι σου ελευθερώνεσαι…

Όταν σωπαίνουνε οι φόβοι σου ξανανιώνεις, παίρνεις το αύριο και στο τώρα το κουμπώνεις….
Όταν σωπαίνουνε οι φόβοι απλά δίνεσαι, εμπιστεύεσαι, αγαπάς κι αφήνεσαι….

{click στην εικόνα για να κατεβάσετε το κομμάτι}

Συναυλία για τα 6 χρόνια ζωής της κατάληψης Terra Incognita

3ήμερο εκδηλώσεων στη κατάληψη Terra Incognita για τα 6 χρόνια της κατάληψης!

6 χρόνια Terra Incognita - 3ήμερο εκδηλώσεων

Παρασκευή 11 Ιούνη 2010

  • 18.00 προβολή – εκδήλωση – συζήτηση

"Εντατικοποίηση της εργασίας και εργατικά ατυχήματα στη Δ.Ε.Η."

από τη Συνέλευση Αναρχικών-Αντιεξουσιαστών Κοζάνης – Πτολεμαΐδας


Σάββατο 12 Ιούνη 2010

  • 19:00 εκδήλωση – συζήτηση

"Κρίση, καταστολή, αλληλεγγύη"


Κυριακή 13 Ιούνη 2010

  • 15:00 Συντροφική κουζίνα

 

 

Η βαλίτσα του Ακριθάκη

η βαλίτσα του ακριθάκη  

 

    Εν αρχή ήν το τσίκι-τσίκι. Ένα παιδί μουτζουρώνει χαρτιά με μεγάλη σοβαρότητα. Ζωγραφίζει παιχνίδια: ένα αεροπλανάκι, μια βάρκα, τη ρόδα του λούνα παρκ. Λαμπάκια αναβοσβύνουν. Το ξύλινο αλογάκι χλιμιντρίζει. Ακούγεται ο κρότος μιας ροκάνας – κι όλα τινάζονται στον αέρα. Τότε ο Άλέξης παίρνει μια βαλίτσα κι αρχίζει να τριγυρνάει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα για να βρεί τα συντρίμια. Κι είναι τόση η επιμονή του, που όλο και κάτι βρίσκει: το ξεβαμμένο ξύλο μιας βαρκας, το χέρι μιας κουκλας, μισό φτερό αεροπλάνου. Τα μαζεύει και τα βάζει μέσα στη βαλίτσα. Προσπαθεί να ανασυναρμολογήσει το παιδικό όνειρο. Το θαλασσόξυλο είναι μιά βάρκα, το φτερό του αεροπλάνου κατάρτι, το χέρι της κούκλας πηδάλιο. Πάνω σε μια χάρτινη θάλασσα ζωγραφίζει βέλη πορείας για να μη χάσει κι αυτό το παιχνίδι το δρόμο του και βουλιάξει. Το ξαναβάζει στη βαλίτσα, κι αρχίζει να γυρίζει τον κόσμο. Ψάχνει να βρεί μεγάλους  που' ναι κι αυτοί παιδιά, και τότε ανοίγει τη βαλίτσα και τους δείχνει το παράξενο παιχνίδι. Για όλους τους άλλους η βαλίτσα μένει κλειστή. Μα ταξιδεύει. Οι βαλίτσες είναι για να ταξιδεύουν. Κι αυτό που έχει σημασία είναι το ταξίδι – όχι;

 

Κωστας Ταχτσης.

Αναμείνατε στο ακουστικό

Στον εξώστη

 

entrance


Αν μια τυχαία, φιλάσθενη, φθισική ακροβάτρια εξαναγκαζόταν από τον ανελέητο διευθυντή, με το καμτσίκη στο χέρι, να καλπάζει γύρω-γ'υρω, με το άλογο που παραπαίει, στην πίστα του ιπποδρομίου, μήνες ολόκληρους, ακατάπαυστα, μπροστά σ' ένα άπληστο κοινό, εκτελώντας αδέξια ακροβατικές ασκήσεις πάνω στο άλογο, σκορπίζοντας γύρω της φιλιά με τσακίσματα του κορμιού της. Κι αν, μέσα στον αδιάκοπο βόμβο της ορχήστρας και των ανεμιστήρων, το νούμερο αυτό συνεχιζόταν στο διηνεκές, προεξοφλώντας της ένα όλο και πιο άχαρο μέλλον, με υπόκρουση το σφυροκόπημα των χειροκροτημάτων που σβήνουν και πάλι ξαναδυναμώνουν – τότε κάποιος νεαρός θεατής από τον εξώστη ίσως να κατέβαινε τρέχοντας τη μακριά σκάλα, μέσ' απ' όλες τις σειρές των καθισμάτων, να ορμούσε στην πίστα και "Σταματείστε!" να φώναζε μέσ' στο πανδαιμόνιο απο τα πνευστά της πάντοτε ταιριαστής με τη γενική ατμόσφαιρα ορχήστρας.

 

circus horse

 

Επειδή όμως δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Και μια ωραία κυρία, στ' άσπρα και κόκκινα, εμφανίζεται ακροπατώντας μέσα από τα παραπετάσματα που υπερήφανοι κομπάρσοι με λιβρέα παραμερίζουν στον ερχομό της. Και ο θιασάρχης, σα σκυλί εκλιπαρώντας όλος αφοσίωση τη ματιά της, στο ψαρό άλογο προσεχτικά την καθίζει σα να πρόκειται για την πολυαγαπημένη του εγγονή, που μισεύει σ' επικίνδυνο ταξίδι – διστάζει να σημάνει με το καμτσίκι του την έναρξη της παράστασης. Τέλος, υπερνικώντας τον εαυτό του, μαστιγώνει με δύναμη τον αέρα.  Ξεπνοημένος πλάι στ' άλογο πάνω-κάτω τρέχει. Με οξύ βλέμμα τα ακροβατικά άλματα της ιππεύτριας παρακολουθεί. Μένει άναυδος με την καλλιτεχνική της δεξιοτεχνία.  Μ' επιφωνήματα στ' αγγλικά επιχειρεί να την εμψυχώσει.  Τους ιπποκόμους που κρατάνε τα χαλινάρια σε απόλυτη εγρήγορση μ' έξαψη προτρέπει.  Πρίν απ' το μεγάλο σάλτο μορτάλε, με ανυψωμένους βραχίονες, ικετεύει την ορχήστρα να ευαρεστηθεί να σταματήσει. Τέλος, τη μικρή απο το άλογο που αναριγεί κατεβάζει και στα δύο μάγουλα ασπάζεται, μη θεωρώντας διόλου αντάξιες της τις επευφημίες των παπουτσιών, μέσα σε σύννεφο απο κουρνιαχτό, μ' ανοιχτή αγκάλη, το κεφαλάκι της ελαφρά γερμένο προς τα πίσω, να μοιραστεί θέλει την ευτυχία της μ' ολόκληρο το τσίρκο – επειδή λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, ο θεατής του εξώστη ακουμπάει το πρόσωπό του στο στηθαίο και, καθως βυθίζεται στο εμβατήριο του φινάλε σα σε βαρύ όνειρο, χωρίς να το καταλαβαίνει , κλαίει.

Circus 
Horses

Franz Kafka